Ανίδεος μου φαίνεται που βγαίνω
απ` το κλεισμένο πληκτικό Αργοστόλι
που ολ` η ωμορφάδα του είναι οι μώλοι
Κι` από χαρά χορταίνω,
που καταδικασμένο
το βλέμμα μου είναι πάντοτε μπροστά του
τα` αραχνιασμένο το Δράπανο να βλέπη
τη χώρα του θανάτου,
Και τα ξερά κι` ολόγυμνα βουνά,
που σου θυμάνε κόκκαλα γυμνά
και τραγουδάω:
Καλύτερα μια ώρα στην Πεσσάδα
Παρά σαράντα χρόνια στ` Αργοστόλι
Κι` ας λείπουν τα θέατρα και οι μώλοι.
Ψηλάθε ο γέρο Αίνος
μ` έλατα φουντωτά στεφανωμένος
Κυττάει την ωμορφιά ερωτεμένος
Και συ, καλη Πεσσάδα,
Αρχοντοπούλα, που ζης στην εξοχή
απά` στην πρασινάδα,
Τη θάλασσα κυττάζεις και ρεμβάζεις.